Πάει ένα σκυλί στο περίπτερο, τον βλέπει ο περιπτεράς, ξαφνιάζεται..


Το σκυλί κάνει νόημα με το πόδι του προς στις εφημερίδες..
Του δίνει ο περιπτεράς την εφημερίδα, αφήνει ο σκύλος τα λεφτά και φεύγει..
Έμεινε ο περιπτεράς!! 
Την άλλη μέρα πρωί πρωί ξανά εμφανίζεται το σκυλί, ξαφνιάζεται πάλι ο περιπτεράς..
Κάνει το σκυλί νόημα με το πόδι του στις εφημερίδες, του δίνει μια εφημερίδα, δίνει τα λεφτά ο σκύλος, του δίνει και ο περιπτεράς τα ρέστα, τα παίρνει ο σκύλος και φεύγει..
Ο περιπτεράς έμεινε, λέει τι γίνετε εδώ!!
Γίνετε αυτό καμία εβδομάδα, και λέει ο περιπτεράς: Άμα ξανά έρθει ο σκύλος σήμερα δεν υπάρχει περίπτωση να μην τον ακολουθήσω και ας κλείσω το περίπτερο, κάθε μέρα τα ίδια, ποιανού σκυλί να είναι!!
Πάλι πρωί έρχεται ο σκύλος κάνει νόημα για την εφημερίδα, δίνει τα λεφτά, παίρνει τα ρέστα και φεύγει.. Τρελαίνεται και ο περιπτεράς και λέει: ε δεν πάει άλλο θα τον ακολουθήσω, που πάει..?
Κλείνει το περίπτερο στα γρήγορα, τον ακολουθεί σε απόσταση, για να μην καταλάβει ο σκύλος..
Πηγαίνει ο σκύλος με τσαχπινιά, σταματάει σε μια στάση, σταματάει και ο περιπτεράς..
Έρχεται το λεωφορείο, σηκώνει ο σκύλος το πόδι του, σταματάει το λεωφορείο, ανεβαίνει ο σκύλος, από πίσω και ο περιπτεράς φρικάροντας..
Χτυπάει ο σκύλος το εισιτήριο, τρελαίνεται ο περιπτεράς..
Κάποια στιγμή πατάει το κουμπί για να κατέβει ο σκύλος, όλο και πιο πολύ τρελαίνεται ο περιπτεράς..
Φτάνει ο σκύλος σ” ένα σπίτι, από πίσω κρύβεται ο περιπτεράς σε έναν θάμνο για να μην φαίνεται, αφήνει την εφημερίδα ο σκύλος κάνει 10 βήματα πίσω, τρέχει με φόρα, χτυπάει την πόρτα με το κεφάλι του ζαλίζεται, κουνάει το κεφάλι του, ξανά κάνει 20 βήματα πίσω.. τρέχει τρέχει και πέφτει κάτω..
Ο περιπτεράς μένει και λέει: καλά χαζός είναι ο σκύλος, τόσο δρόμο για να κάνει αυτή την δουλειά!!
Ανοίγει η πόρτα που λες, βγαίνει το αφεντικό, κοιτάζει την εφημερίδα, κοιτάζει το σκυλί, παίρνει την εφημερίδα και αρχίζει να το βαράει..!
Πετάγεται ο περιπτεράς από τον θάμνο και φωνάζει:
- Όπα όπα τι κάνεις εκεί στον σκύλο? Έρχεται κάθε πρωί στο περίπτερο, παίρνει εφημερίδα, δίνει λεφτά, παίρνει τα ρέστα, σταματάει, το λεωφορείο, χτυπάει το εισιτήριο, πατάει το κουμπί για να κατέβει, σου έρχεται και σπίτι και εσύ κάθεσαι και το βαράς!!!;;;
.
.
Και απαντάει το αφεντικό:
- ΝΑΙ, γιατί ξεχνάει για όγδοη φορά τα κλειδιά του… !!!


Ένα βράδυ του Σαββάτου η Κλειώ πηγαίνει σε ένα μπαρ με δυο τρείς πελάτες μέσα και λέει


-Φέρε μια Amstel.
-Έρχεται,της απαντάει ο μπάρμαν.
Την κατεβάζει μονορούφι και πέφτει κάτω λιπόθυμη.
-Ρε μαλάκες,τι λέτε την πηδάμε μια στα γρήγορα; Δε θα μας καταλάβει είναι ξερή,λέει ο μπάρμαν.
-Ότι πεις,κανένα πρόβλημα,απαντάνε οι άλλοι.
Την άλλη εβδομάδα ξαναπάει η Κλειώ στο μπαρ το οποίο είναι σχεδόν γεμάτο και λέει:
-Μια Amstel.
-Έφτασε,της απαντά ο μπάρμαν.Πάλι μονορούφι πάλι κάτω η Κλειώ.Χωρίς λέξη την πιάνουν όλη και την ξεσκίζουν.
Το άλλο βράδυ το μπαρ ξέχειλο από πελάτες καταφτάνει και η Κλειώ.Πριν πει τίποτα της λέει ο μπάρμαν:
-Μια Amstel;
-Όχι,όχι,πιάσε μια Heineken.Η Amstel μου φέρνει τσούξιμο στον κώλο..

Στα όρια του Θεσσαλικού κάμπου γίνεται ποδοσφαιρικός αγώνας


μεταξύ Ανω και Κάτω Κοιλάδας. Ο Μήτσος όμως, από την Ανω Κοιλάδα, πρέπει να πάει στο χωράφι να διορθώσει μια ζημιά και χάνει τον αγώνα. Αργότερα στο καφενείο ρωτάει τους φίλους του να του πουν τι έγινε.
- Κιρδίσαμε 3 - 0, του λένε.
- Κι ποιους έβαλε το πρώτ; ρωτάει ο Μήτσος.
- Ο Γιάννς, τς Φωτούλας, που χει το φούρνο στον πέρα μαχαλά! του λένε.
- Κι του δεύτερου; ρωτάει πάλι όλο αγωνία ο Μήτσος.
- Η Κώτσους, τον ξέρς, δεν τον ξερς; έρχεται η απάντηση.
- Κι του τρίτου; Ποιους έβαλι του τρίτου; συνεχίζει τις ερωτήσεις ο Μήτσος.
- Μόνιτς!, του απαντάνε (η αλλιώς αυτογκόλ).
Και ο Μήτσος :
- Αρε, δεν ήξηρα ότι είχαμι κι Γιουνγκουσλάβο!


Σε ενα μαιευτήριο δυο νεογέννητα συνομιλούν:


-Eίσαι αγόρι ή κορίτσι;

-Αγόρι.
-Απόδειξέ το μου!
-Μόλις φύγει η νοσοκόμα θα σου δείξω!
Μόλις έφυγε η νοσοκόμα τραβάει ο μικρός την κουβέρτα και λέει:
-Βλέπεις; Mπλε κάλτσες!!!!!!!!!!

Ο γιος, μένει μαζί με τη μάνα του (την κυρά Ελένη, πού έχει αρχίσει να έχει πρόβλημα)... χειμωνιάτικη Κυριακή πρωί, λιακάδα, τής λέει:


«Μάνα, παίρνω τα παιδιά (εγγονάκια της) και πάμε μία βόλτα να δούμε λίγο ήλιο...»
«Μα... γιε μου... σήμερα θα έρθουν οι φίλες μου... μη μ’ αφήσετε μόνη...»
«Τι λες ρε μάνα, τι μας χρειάζεσαι εμάς; Άσε να πάω με τα παιδιά λίγο έξω, πού είναι κλεισμένα μια βδομάδα στο κουτί εδώ! Καλώς να ορίσουν οι φίλες σου!»
«Μα... Να... Να με βοηθήσεις... Να φτιάξω έναν καφέ στις φίλες μου...»
«Τι λες ρε μάνα, εγώ να σε βοηθήσω να φτιάξεις καφέ; Εσύ φτιάχνεις καφέ για ένα τάγμα, άμα θέλεις!»
«Ναι παιδί μου , αλλά... επειδή ξέρεις, ξεχνάω λίγο τώρα τελευταία...»
«Α, γι’ αυτό; Τι ώρα θα έρθουν οι φίλες σου;»
«Δέκα και μισή»
«Ωραία, άκου λοιπόν μάνα τι θα κάνουμε: Θα σου βάλω το ξυπνητήρι, να χτυπήσει στις 11. Όταν το ακούσεις, θα πας να φτιάξεις τρία καφεδάκια να τα πιείτε με τις φίλες σου. Θα το βάλω να ξαναχτυπήσει και στις 11 και τέταρτο. Όταν το ακούσεις, θα πας να φέρεις τρία νεράκια, να τα πιείτε με τις φίλες σου να δροσιστείτε. Θα το ξαναβάλω, να ξαναχτυπήσει και στις εντεκάμισυ. Όταν το ακούσεις, θα πας να φέρεις και τρία γλυκάκια, να τα φάτε να ευχαριστηθείτε. Μη μάς κλείσεις μέσα ρε μάνα σήμερα, χαρά θεού είναι έξω, άσε να πάω τα παιδιά μία βόλτα, θα τα καταφέρεις και μόνη σου!»
«Ε, καλά, άμα είναι έτσι, ας φύγετε γιε μου, εν τάξει».
Βάζει ο γιος το ξυπνητήρι, μαζεύει τα παιδιά, μπαίνουν στο ασανσέρ, κατεβαίνουν και φεύγουν.
Κατά τις 10 και μισή, «Ντρίιιιν», το κουδούνι.
«Καλώς τα κορίτσια» (Ανοίγει η γιαγιά και εμφανίζονται δυο φίλες της καλοντυμένες μετά την εκκλησία, περίπου τού ιδίου τύπου).
«Καλώς σε βρήκαμε Ελενίτσα» λένε οι φίλες.
Κάθονται στο σαλόνι, και μπίρι-μπίρι αρχίζουν να λένε τα δικά τους.
Στις 11 ακριβώς, «ντρίιιιιιν», χτυπάει το ξυπνητήρι.
«Άσα!, ΤΑ ΚΑΦΕΔΑΚΙΑ!» πετάγεται η γιαγιά.
Πάει στην κουζίνα, φτιάχνει τρία καφεδάκια, τα φέρνει με το δίσκο στο σαλόνι, κάθονται οι τρεις γιαγιάδες, πίνουν τα καφεδάκια και λένε τα δικά τους.
Στις 11 και τέταρτο ακριβώς, «ντρίιιιιιν», ξαναχτυπάει το ξυπνητήρι.
«Άσα!, ΤΑ ΚΑΦΕΔΑΚΙΑ!» ξαναπετάγεται η γιαγιά Ελένη.
Πάει στην κουζίνα, φτιάχνει τρία καφεδάκια, τα φέρνει στο σαλόνι, κάθονται οι τρεις γιαγιάδες, πίνουν τα καφεδάκια και λένε τα δικά τους.
Στις 11 και μισή, «ντρίιιιιιν», χτυπάει πάλι το ξυπνητήρι.
«Άσα!, ΤΑ ΚΑΦΕΔΑΚΙΑ!» ξαναπετάγεται η γιαγιά Ελένη.
Πάει στην κουζίνα, φτιάχνει τρία καφεδάκια, τα φέρνει στο σαλόνι, κάθονται οι τρεις γιαγιές, πίνουν τα καφεδάκια και μπίρι-μπίρι λένε τα δικά τους.
Περνάει η ώρα, κατά τις 12 λένε οι φίλες:
«Ε, να πηγαίνουμε και ‘μεις τώρα Ελένη, πέρασε η ώρα, πάμε σπίτι».
«Ευχαριστώ πού ήρθατε κορίτσια, να ξανάρθετε!» λέει η Ελένη.
Ανοίγει η πόρτα τού ασανσέρ, μπαίνουν μέσα οι δύο φίλες, πατάνε το κουμπί και κατεβαίνουν.
Καθώς κατεβαίνουν, γυρίζει η μία και λέει στην άλλη:
«Βρε συ, αυτή η Ελένη, τόση ώρα κάτσαμε στο σπίτι της, έναν καφέ δε μας προσέφερε!»
Οπότε γυρίζει η άλλη και της απαντάει:
«Καλά, εσύ τώρα πάλι που τη θυμήθηκες την Ελένη;»


Πλησίαζαν τα γενέθλια του Δημητράκη και σκέφτηκε ότι ήταν μια καλή ευκαιρία να πει στη μαμά του τι δώρο ήθελε.


- Μαμά, είπε ο μικρός Δημητράκης, θέλω ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.

Ο μικρός Δημητράκης ήταν ένας μεγάλος φασαρτζής. Και στο σχολείο και στο σπίτι όλο μπελάδες δημιουργούσε. Έτσι λοιπόν η μαμά του τον ρώτησε αν πιστεύει ότι δικαιούται το δώρο.

- Φυσικά! είπε ο μικρός.

Η μαμά του, ήθελε να βάλει τον γιο της να σκεφτεί τη συμπεριφορά του όλο τον χρόνο που είχε περάσει. Έτσι, του είπε να πάει στο δωμάτιό του και να σκεφτεί πως φέρθηκε όλους τους μήνες, από τα προηγούμενα γενέθλιά του. “Και μετά”, του είπε, ” γράψε ένα γράμμα στον Θεούλη και εξήγησε γιατί σου αξίζει το ποδήλατο!”

Έτσι, ο μικρός Δημητράκης πήγε στο δωμάτιό του και άρχισε να γράφει:

- ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΩΤΟ -

“Αγαπητέ Θεούλη,

Ήμουν πολύ καλό παιδί φέτος και θα θελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου. Το προτιμώ κόκκινο.

Ο φίλος σου, Δημητράκης”

Ο Δημητράκης όμως, ήξερε ότι αυτά που έγραψε δεν ήταν αλήθεια. Δεν ήταν και τόσο καλό παιδί.

Έτσι, έσκισε το πρώτο γράμμα και ξανάρχισε:

- ΓΡΑΜΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ -

“Αγαπητέ Θεούλη,

Είμαι ο φίλος σου, ο Δημητράκης. Ήμουν καλό παιδί φέτος και θα θελα ένα κόκκινο ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.

Σε ευχαριστώ,

Ο φίλος σου, Δημητράκης”

Ήξερε όμως ότι ούτε αυτό ήταν αλήθεια. Έτσι, έσκισε κι αυτό το γράμμα και άρχισε ξανά:

- ΓΡΑΜΜΑ ΤΡΙΤΟ -

“Αγαπητέ Θεούλη,

Ήμουν εντάξει τη χρονιά που πέρασε. Θα ήθελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.

Δημητράκης”

Ο Δημητράκης ήξερε ότι ούτε αυτό το γράμμα μπορούσε να το στείλει στο Θεό. Έτσι έγραψε το…

- ΤΕΤΑΡΤΟ ΓΡΑΜΜΑ -

“Θεέ,

Ξέρω ότι δεν ήμουν καλό παιδί φέτος. Λυπάμαι πραγματικά. Θα γίνω καλό παιδί όμως αν μου στείλεις ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου. Σε παρακαλώ…

Ευχαριστώ.

Δημητράκης”

Ο μικρός ήξερε όμως, ότι ακόμη κι αν έλεγε αλήθεια, αυτό το γράμμα δεν θα του έφερνε το ποδήλατο… Τώρα πια ανησύχησε. Πήγε στην κουζίνα και είπε στη μαμά του ότι ήθελε να πάει στην εκκλησία. Η μαμά σκέφτηκε ότι το “κόλπο” της είχε πιάσει, μιας και είδε τον μικρό να είναι σκεφτικός και λυπημένος.

- Πήγαινε, αλλά να γυρίσεις γρήγορα.

Ο Δημητράκης πήγε στην εκκλησία της γειτονιάς. Μπήκε μέσα κι έριξε μια ματιά γύρω του να δει αν ήταν κανένας άλλος εκεί. Προχώρησε προς το ιερό και βρήκε μια εικόνα της Παναγίας. Πολύ προσεκτικά την ξεκρέμασε, την έχωσε κάτω από το παλτό του κι έφυγε από την εκκλησία τρέχοντας.

Μπήκε γρήγορα στο σπίτι του, χώθηκε στο δωμάτιό του και πήρε μολύβι και χαρτί…

- ΓΡΑΜΜΑ ΠΕΜΠΤΟ -

“Θεέ,

Έχω στα χέρια μου τη μάνα σου. Αν θέλεις να την ξαναδείς, στείλε μου το ποδήλατο…

(υπογραφή) Ξέρεις εσύ ποιος...


Το Έμπασυ στο Κολωνάκι παίζει Σταμάτη Γαρδέλη και Στάθη Ψάλτη.


Ο Νίκος ο Αναστώ κάθεται σε καφετέρια και πίνει το δέκατο τρίτο καπουτσίνο, oταν ένα Datsun γεμάτο καρέκλες σταματά στη μέση της πλατείας. Από μέσα βγαίνει ένας τύπος Σάντα Μπάρμπαρα ( το πολύ Μπράχάμι ), πενηντάρης με χρυσό ρόλεξ, χρυσό δαχτυλίδι με μαύρη πέτρα, φα- καντόρο στο λαιμό και δυο ολόχρυσα δόντια που λάμπουν στο μεσημεριανό ήλιο. Ο Κώστας ο τροχονόμος διορισμένος το 81 από τον Δροσογιάννη τον υπουργό αρχίζει να φωνάζει: -«Που παρκάρεις εδώ ρε φίλε , απαγορεύεται δε βλέπεις; » και την ώρα που είναι έτοιμος να του ρίξει την κλήση , του πασάρει στη ζούλα μια πεντοχιλιαρικούμπα ο τσιγγάνος: - «Για το καφεδάκι. Και πούσε, γαλονάτο μπαλαμό, να μου προσέχεις την κούρσα και το εμπόρευμα νταξ; ».Και τότε όλο το Κολονάκι μένει με ανοιχτό το στόμα. Απ' τη δεξιά πόρτα του Datsun ξεπροβάλλει μια ξανθιά αλφαδιασμένη δίμετρη, με ψηλές μαύρες γόβες , ξώπλατο, ξώβυζο, σχιστό ζαρτιεράτο και δικτυωτό από μέσα, Ααααβάδιστα αββασάνιστα φιδίσιο κορμί. Μπροστά της η Πίππα Μίντλετον δεν πιάνει μία.

Ο Νίκος ο Αναστόπουλος αφήνει τον δέκατο όγδοο καπουτσίνο κι αναρωτιέται:

- «Πού το χτύπησε τέτοιο "παιδί" ο τσιγγάνος; Να σκίσω τα Βερσάτσε μου».

Να μη μακρηγορώ , μπαίνουν χεράκι - χεράκι σε ένα από τα γνωστά κοσμηματοπωλεία του Κολωνακίου.

-«Τι θα επιθυμούσε ο. κύριος;», ρωτάει με λίγο Κολωνακιώτικο φλέγμα ο κοσμηματοπώλης .

- «Άκου μπαλαμό μάστορη , τέλω να κάνει ένα ντώρο στο κοπέλα. Ενα περιντέραιο μαλαματένιο να χει ντιαμαντάκι σπέσιαλ».

-«Ο,τι επιθυμητέ αγαπητέ κύριε » αλλάζει ύφος ο μάστορης μπαλαμός κι ανοίγει μια κασετίνα:

- «Αυτό πως σας φαίνεται; Η τιμή του βέβαια είναι γύρω στο 1.500.000 δραχμές...

- «Μα τι λέει, κύριος;», τα παίρνει ο Τσιγγάνος. «Είπα τέλω το καλύτερο που έχεις. Πιάσε κάτι άλλο».
Με τα πολλά βρίσκουν το επιθυμητό κόσμημα .

- «Αυτό είναι το πιο ακριβό κόσμημα για το λαιμό που έχουμε, αγαπητέ μου. Είναι χειροποίητο από ατόφιο χρυσάφι, με λεπτά ακατέργαστα διαμάντια και τιμάται στα 30.000.000 δραχμές ».
«Σσσσσσσσωραίος », αναφωνεί όλος ικανοποίηση ο Αθίγγανος. «Φόρα το μωρό μου και πες μου αν σου αρέσει; »

Τρελαίνεται η μικρή τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα καλλονή και συναινεί.

Τότε βγάζει ο Γύφτος μια επιταγή 30 εκατομμυρίων δραχμών κι άλλη μια 5 εκατομμυρίων δραχμών. Και την αφήνει μπροστά στον τρελαμένο κοσμηματοπώλη.

- «Η δεύτερη επιταγή γιατί; », ρωτάει .

- «Ενα μπουρμπουάρ να πιεις ένα καφεδάκι στην υγειά μου», απαντάει με στιλ ο δικός μας.

-«Κοιτάξτε κύριέ μου, δεν θέλω βέβαια να σας προσβάλω, αλλά είμαι υποχρεωμένος. να κάνω επιβεβαίωση στην τράπεζα ότι οι επιταγές έχουν αντίκρισμα. Είναι μια τυπική διαδικασία. Καταλαβαίνετε. Και μιας και σήμερα είναι Σάββατο δεν μπορεί να γίνει αυτό. Αν θέλετε, αφήστε μου τις επιταγές, πάρτε την απόδειξη και να έρθει η κυρία να πάρει το κόσμημα τη Δευτέρα το πρωί. Δώστε μου το τηλέφωνό σας να σας ειδοποιήσω ο ίδιος προσωπικά».

-«Κανένα πρόβλημα!» Λέει ο Τσιγγάνος.
-«Κούκλα θα έρθεις νωρίς τη Δευτέρα να γίνεις πριγκιπέσσα. Δω το μπαλαμό είναι φίνος».
Πάει ο κοσμηματοπώλης τη Δευτέρα το πρωί στην τράπεζα. Νομίζω στην τράπεζα Κρήτης του Κωσκοτά ...

Κι όχι μόνο είναι ακάλυπτη η επιταγή, αλλά δεν υπάρχει δεκάρα τσακιστή.

Παίρνει το Τσιγγάνο τηλέφωνο:

- «Συγγνώμη, κύριε δεν μπορώ να δώσω το κόσμημα γιατί οι επιταγές είναι ακάλυπτες ».

-«Έλα μωρέ , δεν πειράζει κράτα το κολιέ. ! Και με το συμπάθιο για το ταλαιπωρία και χίλια φχαριστώ. Χάρη σε σένα εγκώ έκανα σεξ Σάββατο βράδυ.».

Αγαπητέ αναγνώστη. Βάλε τώρα όπου Τσιγγάνος τους Έλληνες πολιτικούς, όπου κοσμηματοπώλη την Ε.Ε. κι όπου γκόμενα τον Ελληνικό λαό και θα καταλάβεις την ουσία. Στο ρόλο του Νίκου Αναστόπουλου ο Νίκος Αναστόπουλος.


Τι θα έκανα Αν γινόμουν ΓΥΝΑΙΚΑ για 24 ώρες…


  • 37,4% θα εκμεταλλευόμουν τη γοητεία μου για να εξυπηρετηθώ πιο εύκολα

  • 33,5% θα έκανα σεξ για να δω πως είναι η αίσθηση να το κάνεις σαν γυναίκα

  • 28,1% θα ήθελα να ζήσω την εμπειρία της μητρότητας

  • 24,4% θα ζούσα τη χαρά να βγαίνεις έξω και να σε κερνάνε

  • 23% θα απολάμβανα το φλέρτ των αντρών

  • 18% θα πήγαινα να ζητήσω μία καλύτερη δουλεία ή αύξηση με μίνι φούστα

  • 15,6% θα ήθελα να είμαι συνοδηγός για να μην ασχολούμαι με την οδήγηση

  • 14,7% θα βίωνα την συναισθηματική ελευθερία των γυναικών

  • 13,2% θα φορούσα sexy εσώρουχα

  • 12,4% θα έκανα περιποίηση ομορφιά /μακιγιάζ

  • 8,4% θα δοκίμαζα την μόδα (θα φορούσα έντονα χρώματα, μίνι γόβες κτλ)

  • 5,2% θα έκανα αποτρίχωση

Συμβουλές Για Να Μην Σας Γράφουν Οι Τροχονόμοι


01 . Όταν σε σταματήσει για αλκοτέστ. Τι συμβαίνει τροχονόμε ; Δεν υπάρχει αίμα στο αλκοόλ μου !
02 . Όταν σε ρωτήσει γιατί υπερβείς το όριο ταχύτητας . Ήθελα να κάνω τον ραλίστα .
03 . Όταν σου μιλάει , προσποιήσου τον κωφάλαλο .
04 . Αν σε ρωτήσει αν ήξερες με πόσο πήγαινες . Όχι το κοντέρ μου φτάνει μόνο μέχρι τα 180 .
05 . Ρώτα τον αν μπορείς να επεξεργαστείς για λίγο το όπλο του .
06 . Αν σου πει δεν επιτρέπεται , πες του ότι ήθελες να δεις αν είναι μικρότερο από το δικό σου .
07 . Πιάστον φιλικά στα πισινά του .
08 . Ρώτα τον πώς είναι το μικρό του όνομα . και φώναζε τον μ αυτό .
09 . Ρώτα τον από που αγόρασε μια τόσο όμορφη στολή .
10 . Προσποιήσου την αδερφή και ζήτησέ του να βγείτε έξω .
11 . Αν πει όχι , βάλε τα κλάματα .
12 . Αν πει ναι , μήνυσέ τον για κατάχρηση εξουσίας .
13 . Αν είναι γυναίκα πες της με ωραίο τρόπο το πόσο άσχημη είναι .
14 . Αν σου ζητήσει να βγεις απ το αυτοκίνητο , βγές και πέτα το σώμα σου πάνω στο καπό .
15 . Αν σου ζητήσει να ανοίξεις τα πόδια , πες ότι δεν σου αρέσει να το κάνεις έτσι .
16 . Αν σου περάσει χειροπέδες, πες του ότι συνήθως πριν τα βίτσια υπάρχει δείπνο .
17 . Ρώτα τον αν μπορεί να σου δανείσει την στολή του για τις απόκριες .
18 . Πες του ότι σ αρέσουν οι άντρες με στολή .
19 . Αν τραβήξει γκλοπ , ρώτα τι πρόκειται να σου κάνει μ αυτό .
20 . Αν είσαι γυναίκα πες του ότι δεν το κάνεις αυτό με το πρώτο ραντεβού .
21 . Μόλις έρθει στ αυτοκίνητο πες του άδεια και δίπλωμα παρακαλώ .
22 . Πριν υπογράψεις την κλήση , φύσα την μύτη σου και μετά ζήτα τον στυλό του .
23 . Aρχισε να δαγκώνεις νευρικά τον στυλό και μετά καθάρισε τ αυτιά σου .
24 . Αν είναι parker διέλυσε τον και πεζέ με το ελατήριο .
25 . Ρώτα τον αν έχει κόρη. Αν πει ναι, πες του γι αυτό μου φαίνεται γνωστό το όνομά σου .
26 . Αν κάνει έρευνα στ αυτοκίνητο πες του δεν υπάρχουν όπλα , τα πήρε ο προηγούμενος .
27 . Προσπάθησε να του πουλήσεις το αυτοκίνητό σου .
28 . Ρώτα τον αν μπορείς να αγοράσεις το περιπολικό του .
29 . Αν σε πάει στο τμήμα ζήτα του να καθίσεις μπρος . Αν σε βάλει άρχισε να παίζεις με την σειρήνα .
30 . Ζήτα του να σου περιγράψει πως κάνει έρωτα με την γυναίκα του .
31 . Aναλυσέ του τη φιλοσοφία του συνθήματος " Mπάτσοι , γουρούνια δολοφόνοι




Περνάει ένας τύπος έξω απο ένα μαγαζί που πουλάει ωδικά πτηνά


και βλέπει ένα κλουβί με δύο καναρίνια, εκ των οποίων το ένα
κελαηδάει υπέροχα.
Μαγεμένος απο το άκουσμα της μελωδίας, μπαίνει γρήγορα στο
μαγαζί και ρωτάει πόσο κάνει το καναρίνι για να το αγοράσει.
Του λέει ο καταστηματάρχης : "Τα δύο καναρίνια σε αυτό το κλουβί
πάνε πακέτο. Δώσε 200 ευρώ και πάρ τα και τα δύο"
- Μα τι να τις κάνω και τα δύο μαζί ; Εγώ αυτό που κελαηδάει
θέλω μόνο.
- Ναι αλλά το άλλο του γράφει τα τραγούδια..!!!!